100 Χρόνια Ιστορίας του Ολυμπιακού

06/06/1946
ΑΕΚ – ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ
2η Αγωνιστική
Πρωτάθλημα Ελλάδος
1-0
57′ Νικολόης

 

06/06/1948
ΠΑΟΚ – ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ
3η Αγωνιστική
Πρωτάθλημα Ελλάδος
0-3
21′ – 75′ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, 48′ ΜΟΥΡΑΤΗΣ

 

06/06/1954
ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ – ΠΑΟΚ
4η Αγωνιστική
Πρωτάθλημα Ελλάδος
1-0
84′ ΚΟΤΡΙΔΗΣ

 

06/06/1956
ΕΘΝΙΚΟΣ – ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ
18η Αγωνιστική (Τελικοί)
Πρωτάθλημα Ελλάδος
2-1
44′ Καραουλάνης, 72′ ΚΟΤΡΙΔΗΣ, 83′ Ξένος

 

06/06/1965
ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ – ΠΑΟΚ
28η Αγωνιστική
Πρωτάθλημα Α’ Εθνικής
5-2
35′ – 65′ ΜΠΟΤΙΝΟΣ, 36′ ΣΙΔΕΡΗΣ, 42′ Κούδας, 57′ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, 80′ Λιτόπουλος, 84′ ΓΙΟΥΤΣΟΣ

 

06/06/1968
ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ – ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ
Προκριματική Φάση 32
Κύπελλο Ελλάδος
0-2
49′ – 58′ ΓΙΟΥΤΣΟΣ

 

06/06/1971
ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ – ΒΕΡΟΙΑ
33η Αγωνιστική
Πρωτάθλημα Α’ Εθνικής
5-0
29′ – 42′ – 61′ ΠΑΜΠΟΥΛΗΣ, 69′ ΓΙΟΥΤΣΟΣ, 82′ ΚΑΡΑΒΙΤΗΣ

 

06/06/1993
ΑΕΚ – ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ
34η Αγωνιστική
Πρωτάθλημα Α’ Εθνικής
3-1
1′ Σλίσκοβιτς, 4′ – 73′ Δημητριάδης, 34′ ΤΣΑΛΟΥΧΙΔΗΣ

Οι αναμνήσεις του
Θεόδωρου Πέππα

6-6-1965 

Και πάλι ΠΑΟΚ. Στο σπίτι μας αυτή τη φορά, στο Φάληρο. Από τις λίγες του Τζανετουλακου στην ενδεκάδα του Ολυμπιακού πού είναι Τζανετουλάκος, Μίλησης, Στεφανάκος, Σημαντήρης, Πολυχρονίου, Γκαϊτατζής, Βασιλείου, Σιδέρης, Γιούτσος, Παπάζογλου, Μποτίνος.
Έχει πλέον σχηματιστεί με την προσθήκη του Γιούτσου η πεντάδα όνειρο, η πιο μεγάλη, ίσως, πεντάδα που βρέθηκε ποτέ στην επίθεση του Ολυμπιακού. Πεντάδα αυτοί, …πεντάρα αυτοί, οι ίδιοι, στον ταλαίπωρο αντίπαλο. Το σκορ άνοιξε ο Μποτίνος με δεξί σουτ και μάλιστα, ακόμα πιο αξιοσημείωτο είναι ότι είχε σηκωμένες τις κάλτσες ψηλά! Θα ακολουθήσει ο Γιώργος Σιδέρης και θα μειώσει ένας νεαρός που δεν είχε συμπληρώσει ακόμα τα 19 αλλά ήδη έβγαζε μάτια. Όνομα; Γιώργος Κούδας!
Στο δεύτερο ημίχρονο γκολ ο Βασιλείου και ξανά ο Μποτίνος, με κεφαλιά αυτή τη φορά, για να μειώσει σε 4-2 ο Λιτόπουλος και να βάλει το κερασάκι στην τούρτα στα τελευταία λεπτά ο Νίκος Γιούτσος. Πιο σημαντική λεπτομέρεια πως είναι η πρώτη φορά που μπαίνει στο Καραϊσκάκη-μέσα φυσικά σε χαμό επευφημιών-ο Μάρτον Μπούκοβι που παρακολουθεί την ομάδα που θα αναλάβει

 

Τη σεζόν 1964-65 ο Ολυμπιακός δεν ήταν σε καλό φεγγάρι αφού είχε συμπληρώσει έξι χρόνια μακριά από τον τίτλο του πρωταθλητή. Η υπερομάδα της δεκαετίας του ’50 αποτελούσε παρελθόν και, αν και υπήρχαν παικταράδες στο ρόστερ όπως οι Πολυχρονίου, Στεφανάκος, Σιδέρης, Γιούτσος και Μποτίνος, η ομάδα ταλανίζονταν από εσωστρέφεια και αγωνιστικά προβλήματα, που την ανάγκασαν να ολοκληρώσει τη σεζόν στην τρίτη θέση της βαθμολογίας, οκτώ βαθμούς πίσω από τον πρωταθλητή Παναθηναϊκό.

Κατά διαστήματα μέσα στη χρονιά ο Ολυμπιακός έπαιξε σπουδαίο ποδόσφαιρο, όπως έγινε σαν σήμερα για παράδειγμα το 1965, όταν και διέσυρε τον ΠΑΟΚ στο Φάληρο με 5-2 μπροστά σε 20.000 θεατές. Το σκορ τα λέει όλα και οι ερυθρόλευκοι ήταν άξιοι θριαμβευτές χάρις, κυρίως, χάρις στις εξάρσεις ατομικής απόδοσης των παικτών του. Στο πρώτο πεντάλεπτο ο Αριστείδης Παπάζογλου είχε ήδη χάσει δύο ευκαιρίες να σκοράρει και ο Σιδέρης είχε δοκάρι στο 3′. Η υπεροχή του Ολυμπιακού καρποφόρησε στο 34′ με κοντινό σουτ του Μποτίνου, μετά από σέντρα του Γιούτσο, ενώ στο αμέσως επόμενο λεπτό ο Σιδέρης διπλασίασε τα τέρματα της ομάδας. Στο 40′ ο ΠΑΟΚ κατάφερε να μειώσει το σκορ με ατομική προσπάθεια του Κούδα και κάπως έτσι έκλεισε το πρώτο ημίχρονο.

Στην επανάληψη ο Ολυμπιακός ξεκίνησε όπως στο πρώτο ημίχρονο και στο 50′ πέτυχε το τρίτο του τέρμα μετά από λάθος του τερματοφύλακα Μιχαηλίδη, ο οποίος στην προσπάθειά του να τροφοδοτήσει συμπαίκτη του την έδωσε στον Βασιλείου που δεν δυσκολεύτηκε να σκοράρει με ψηλοκρεμαστό σουτ. Στο 52′ ο Σιδέρης είχε και δεύτερο δοκάρι και το 64′ ο Μποτίνος έγραψε το 4-1 με κεφαλιά και στο 80′ ο Λιτόπουλος μείωσε σε 4-2 για τους Θεσσαλονικείς. Το σκορ έκλεισε λίγο μετά ο Γιούτσος, μετά από σύγχυση στην άμυνα του ΠΑΟΚ.

Στο τέλος της χρονιάς ο Ολυμπιακός κατέκτησε και πάλι το κύπελλο Ελλάδας, θεσμός στον οποίον παρέμενε αήττητος επί 10 ολόκληρα χρόνια!

Ο Αγώνας της ημέρας

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ
ΙΟΥΝΙΟΣ

Olympiacos History

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ

Αφιέρωμα

Το Παιδί με το Κόκκινο Όνειρο


Στην αγκαλιά της θάλασσας, εκεί όπου τα καράβια μιλούν στους ανθρώπους και τα κύματα κουβαλούν μνήμες, γεννήθηκε ένα παιδί με τα μάτια στραμμένα στον ουρανό και την καρδιά του δεμένη σφιχτά στον μόλο του Πειραιά.
Το όνομα του: «Ο αγγελιοφόρος του καλού».
Η ψυχή του: ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ.


Ήταν ακόμη μικρός όταν άρχισε να καταλαβαίνει. Όχι μόνο να βλέπει τον κόσμο γύρω του, μα να τον νιώθει. Να τον ακούει. Να αφουγκράζεται τα βήματα των εργατών, τα τραγούδια της εξέδρας, τα πνιχτά δάκρυα των πατεράδων που έβλεπαν την ομάδα σαν το τελευταίο αποκούμπι της αξιοπρέπειάς τους. Στα πέντε του, πιανόταν απ’ το χέρι του πατέρα του και ακολουθούσαν παντού την ομάδα, κάποιες φορές δίπλα στον πάγκο, άλλες στο λεωφορείο, κάποιες άλλες ανέβαιναν μαζί τα σκαλιά του Καραϊσκάκη. Δεν πήγαιναν στο γήπεδο. Πήγαιναν στον ναό.


Εκεί, στα πρώτα βήματα της συνείδησής του, στα πρώτα σκιρτήματα της παιδικής του σκέψης, άρχισε να κυοφορείται ένα τρελό όνειρο· αθόρυβο μα επίμονο, σαν απόσταγμα ελπίδας που ωρίμαζε στα βάθη της ψυχής του, σιωπηλό, αλλά διαρκές, σαν υπόσχεση που δεν ειπώθηκε ποτέ, κι όμως καθορίζει μια ζωή.

 
Να δει τον Ολυμπιακό όχι απλώς κραταιό στη συλλογική φαντασία ενός λαού, μα αναγνωρισμένο άρχοντα στα πεδία της ευρωπαϊκής ιστορίας· όχι μονάχα έναν θρύλο της παράδοσης και του συναισθήματος, αλλά έναν θρύλο εγγεγραμμένο στον επίσημο κανόνα της ποδοσφαιρικής αθανασίας. Μια επιθυμία που… αν και γεννήθηκε σε παιδική καρδιά, είχε το βάρος ενός ιστορικού αιτήματος.
Όμως, τα όνειρα κοστίζουν. Δεν χαρίζονται. Θέλουν κόπο, θυσίες, πείσμα. Και ο μικρός, μεγαλώνοντας, έμαθε να μην τα ζητιανεύει. Να τα διεκδικεί.


Τα χρόνια κύλησαν σαν ποτάμι. Η ζωή τον έμαθε να κυβερνά πλοία, να αντέχει τις θύελλες και να βλέπει πέρα από τον ορίζοντα. Και όταν ήρθε η ώρα να κρατήσει το τιμόνι της αγαπημένης του ομάδας, δεν δίστασε ούτε στιγμή. Δεν αναρωτήθηκε καν. Ήξερε γιατί είχε έρθει. Δεν ήρθε να διοικήσει. Ήρθε να εκπληρώσει τον παιδικό του όρκο.


Ξεκίνησε με όραμα. Το χλεύασαν. Συνέχισε με σχέδιο. Το υποτίμησαν. Πάλεψε με σκιές, συμφέροντα, λάθη, σκευωρίες και προδοσίες. Αλλά δεν σταμάτησε. Η πίστη του δεν ήταν ρομαντική φλόγα… ήταν καμίνι που σφυρηλατούσε μέταλλο. Ο Ολυμπιακός δεν ήταν για αυτόν ένας σύλλογος. Ήταν η προέκταση της ύπαρξής του. Ήταν ο ίδιος του ο εαυτός.


Και ήρθε εκείνη η νύχτα.


Η νύχτα που όχι μόνο ένα γήπεδο, αλλά μια ολόκληρη χώρα γέμισε δάκρυα. Που η κόκκινη φανέλα έγινε λάβαρο σε μια τελετή δικαίωσης. Που ο ήλιος της Ευρώπης ανέτειλε πάνω από τον Πειραιά και φώτισε το παιδί που έγινε άνδρας, τον άνδρα που έγινε ηγέτης και τον ηγέτη που έγινε μύθος.


Ο Ολυμπιακός πρωταθλητής Ευρώπης.


Και ψηλά, πάνω απ’ τη δόξα και τις ιαχές, στεκόταν το παιδί με τα καθαρά μάτια, όχι ως ηγέτης, όχι ως επιχειρηματίας ή πλοιοκτήτης, μα ως καρδιά που αρνήθηκε να υποταχθεί στο “αδύνατον”, ως το παιδί που τόλμησε να πιστέψει.
Εκείνος που ύφανε με πείσμα και πίστη έναν θρύλο και τον παρέδωσε στην αιωνιότητα, στεφανωμένο με φως.


Και τότε, η Ιστορία γονάτισε.


Όχι από βάρος, μα από δέος. Γιατί κατάλαβε πως εκεί όπου στάθηκαν γενιές με όνειρα και πληγές, εκεί που η ελπίδα έλιωνε κάθε Μάη σαν κερί στην παλάμη, ένας μόνο τολμηρός… μ’ ένα βλέμμα καθάριο σαν πρωινό στο λιμάνι και μια φλόγα που δεν λύγισε ποτέ… έγραψε το ανέφικτο με πράξεις.


Όσα επί έναν αιώνα παρέμεναν ακατανίκητα εμπόδια και ανέφικτες επιδιώξεις, υλοποιήθηκαν τελικά από εκείνο το παιδί που, διατηρώντας αδιάσπαστο το νήμα της αγάπης προς τον Ολυμπιακό, δεν υπέκυψε ποτέ στη λήθη του σκοπού και της πίστης… το παιδί που ενσάρκωσε το διαχρονικό πάθος και τη διαρκή ανανέωση ενός μύθου.
Και τώρα, όταν περνάει δίπλα απ’ το Καραϊσκάκης, με τη σιγουριά του ανθρώπου που κουβάλησε μια αυτοκρατορία στους ώμους, ίσως σηκωθεί ένα αόρατο κύμα απ’ τις κερκίδες της μνήμης, σαν ανάσα αιώνιας αναγνώρισης. Μια φωνή, βαθειά σαν ψίθυρος αιώνων και καθαρή σαν το ανέγγιχτο παιδικό όνειρο θα ξεπροβάλει μέσα στη σιωπή:
«Δεν μας δικαίωσες. Μας λύτρωσες. Το παιδί που ονειρεύτηκε φορώντας τη φανέλα του Ολυμπιακού, έγινε ο άντρας που χάραξε με πράξεις εκεί όπου εμείς γράφαμε προσευχές. Το άπιαστο τρελό όνειρο τόλμησες να το ψηλαφήσεις… και το μετέπλασες σε θρίαμβο ζωντανό, χειροπιαστή αιωνιότητα.


Εσύ δεν περίμενες το θαύμα. Το έφερες.»


Και το Καραϊσκάκης θα χαμηλώσει για λίγο το βλέμμα, σαν πατέρας που συγκινείται βαθιά — όπως θα κανε και ο δικός του πατέρας αν ζούσε — μπροστά στο παιδί του που γύρισε νικητής· θριαμβευτής, με το τρόπαιο του ανείπωτου στα χέρια και την αιωνιότητα φορτωμένη στους ώμους του, σαν μανδύα δόξας και μνήμης.
Ναι… ο μικρός, που μεγάλωσε με το βλέμμα στραμμένο στ’ αστέρια,
έπλασε τον δικό του θρύλο…

 
…με πείσμα, πίστη και φωτιά στην ψυχή, άγγιξε εκεί όπου μόνο τα όνειρα ταξιδεύουν…
…και γύρισε κρατώντας το αδύνατο, σα να ’ταν απλώς η φυσική κατάληξη της κόκκινης καρδιάς του.

 

Maximvs Decimus Constantine Aurelius

Επικοινωνήστε
μαζί μας

Please enable JavaScript in your browser to complete this form.